ραδιογωνιόμετρο

ραδιογωνιόμετρο
Ραδιοηλεκτρική διάταξη, που χρησιμεύει για τον προσδιορισμό της κατεύθυνσης από την οποία προέρχονται τα ηλεκτρομαγνητικά κύματα ενός πομπού. To Ρ., του οποίου η αρχική επινόηση ανάγεται στις αρχές του αιώνα μας, αποτελείται βασικά από ένα ραδιοφωνικό δέκτη και από μια κεραία σε σχήμα πλαισίου, που μπορεί να περιστρέφεται γύρω από κατακόρυφο άξονα. Τα σήματα που λαμβάνονται με τη διάταξη αυτή θα εμφανίζονται στην έξοδο του δέκτη με διαφορετική ένταση, ανάλογη προς τη γωνία που θα σχηματίζει το πλαίσιο με τη διεύθυνση του εκπέμποντος σταθμού. Η ένταση των σημάτων θα είναι μέγιστη, όταν το επίπεδο του πλαισίου συμπίπτει με τη διεύθυνση του πομπού, και θα είναι ελάχιστη (ή μηδενική), όταν η διεύθυνση του πομπού θα είναι ακριβώς κάθετη προς το επίπεδο του πλαισίου. Στην πράξη χρησιμοποιείται κατά κανόνα η δεύτερη περίπτωση, επειδή αυτή παρέχει μεγαλύτερη ακρίβεια. Μια απλή ιδέα περί της αρχής λειτουργίας του ρ. μπορούμε να έχουμε με ένα μικρό φορητό ραδιόφωνο, όταν κατά τη λήψη ενός σταθμού περιστρέψουμε τη συσκευή κατά οριζόντιο επίπεδο, οπότε θα παρατηρήσουμε μεταβολές στην ένταση του λαμβανόμενου σταθμού. Ειδικότερα, με τη στροφή του πλαισίου κατά 360°, παρατηρούνται δύο μέγιστα και δύο ελάχιστα, και από αυτό προκύπτει μια αβεβαιότητα κατά 180° ως προς την κατεύθυνση της θέσης του εκπέμποντος σταθμού· για την εξάλειψη της αβεβαιότητας χρησιμοποιείται επιπλέον μια «ανοιχτή» κάθετη κεραία, η οποία έχει την κατάλληλη σύζευξη με το πλαίσιο: το συνδυαζόμενο διάγραμμα λήψης γίνεται έτσι ασύμμετρο και επομένως είναι δυνατό να προσδιορίσουμε την ορθή κατεύθυνση από την οποία προέρχεται το σήμα του σταθμού. Στα ρ. που χρησιμοποιούν σταθερά διασταυρούμενα πλαίσια (ρ. Μπελίνι-Τόζι) ο εντοπισμός της κατεύθυνσης προέλευσης του σήματος γίνεται με ένα πηνίο αναζήτησης· αυτό περιστρέφεται από τον χειριστή μέσα σ’ ένα μαγνητικό πεδίο προερχόμενο από δύο σταθερά και κάθετα μεταξύ τους πηνία, που το καθένα συνδέεται με το αντίστοιχο πλαίσιο: με τον τρόπον αυτόν επιτυγχάνεται κατά τη λήψη το ίδιο αποτέλεσμα που θα είχαμε αν περιστρέφαμε ένα μοναδικό πλαίσιο. Αυτός ο τύπος του ρ. προσφέρεται ειδικά για τον εντοπισμό ραδιοσημάτων μακρών ή μεσαίων κυμάτων· για ραδιογωνιομετρήσεις σταθμών βραχέων κυμάτων χρησιμοποιούνται, αντίθετα, άλλα ρ., όπως π.χ. το ρ. Άντκοκ, που αποτελείται από τέσσερις κατακόρυφες κεραίες μεγάλων σχετικώς διαστάσεων. Η διόπτευση ενός εκπέμποντος σταθμού παρέχει μια γραμμή της θέσης του, που μόνη της μπορεί να προσφέρει στοιχεία χρήσιμα στη ναυσιπλοΐα· όταν χρησιμοποιούνται δύο ή περισσότερα ρ. είναι δυνατό, με την τομή των διοπτεύσεων, να προσδιοριστεί το στίγμα του εκπέμποντος σταθμού. Για τον σκοπό αυτό ένα πλοίο π.χ. αντί να εντοπίσει τους εκπέμποντες σταθμούς (*ραδιοφάρος), μπορεί να ζητήσει να εντοπιστούν τα σήματά του από μόνιμους ραδιογωνιομετρικούς σταθμούς: στην περίπτωση αυτή ένας από τους καλούμενους σταθμούς φροντίζει να σημειώσει πάνω σε ένα ναυτικό χάρτη τις μετρήσεις των συνεργαζόμενων ραδιογωνιομετρικών σταθμών και να προσδιορίσει έτσι το στίγμα του πλοίου, τις γεωγραφικές συντεταγμένες του οποίου γνωστοποιεί με τον ασύρματο. Για πρακτικούς λόγους, στην αεροπορία χρησιμοποιούνται ιδιαίτεροι τύποι ρ., ονομαζόμενοι ραδιοπυξίδες ή ραδιοενδείκτες, που παρέχουν αυτομάτως τη διόπτευση του εκπέμποντος σταθμού, η γωνία του οποίου μπορεί να αναγνωστεί επί καταλλήλου άντυγος. To ρ. χρησιμοποιείται ακόμα τοποθετημένο πάνω σε ειδικά αυτοκίνητα, για να εντοπίζονται παράνομοι ή, στο στρατιωτικό πεδίο, εχθρικοί πομποί.
* * *
το, Ν
(ραδιοηλ.) ραδιοηλεκτρική διάταξη προσδιορισμού θέσης η οποία χρησιμοποιεί κατευθυνόμενη κεραία συνδεδεμένη με δέκτη ραδιοκυμάτων και τής οποίας κύριος προορισμός είναι ο προσδιορισμός τής διεύθυνσης από την οποία προέρχεται μια ραδιοφωνική εκπομπή.
[ΕΤΥΜΟΛ. Νόθο αντιδάνειο συνθ., πρβλ. αγγλ. radiogoniometer (< λατ. radius «ακτίνα» + γωνιόμετρο)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • ραδιογωνιόμετρο — το συσκευή με την οποία πετυχαίνουμε τη ραδιογωνιομετρία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • κεραία — I (Ζωολ.). Αρθρωτό εξάρτημα, με το οποίο είναι εφοδιασμένο το κεφάλι των εντόμων, των μυριαπόδων και των καρκινοειδών. Τα τελευταία φέρουν δύο ζεύγη κ., οι οποίες είναι δισχιδείς, ενώ οι δύο πρώτες ομάδες έχουν μόνο ένα ζεύγος μονοσχιδών κ. Είναι …   Dictionary of Greek

  • ραδιοπυξίδα — Αυτόματο ραδιογωνιόμετρο, που τοποθετείται στα αεροσκάφη για να καθορίζουν την πορεία τους. Η εμβέλεια λήψης της ρ. εξαρτάται από την εμβέλεια των ραδιοφάρων με τους οποίους συνεργάζεται. Η ρ. βασίζεται στην κατευθυντική ιδιότητα που έχουν τα… …   Dictionary of Greek

  • ραδιοφάρος — Επίγειος ραδιοπομπός, του οποίου η γεωγραφική θέση και τα χαρακτηριστικά σήματα που εκπέμπει είναι γνωστά ώστε πλοία ή αεροπλάνα να μπορούν, με τη λήψη των σημάτων αυτών, να καθοδηγηθούν στην περαιτέρω πορεία τους. Ο ρ. είναι ιδιαίτερα χρήσιμος… …   Dictionary of Greek

  • ασύρματη επικοινωνία — Τα διάφορα συστήματα με τα οποία είναι δυνατή η χωρίς σύρματα επικοινωνία, καθώς και οι συσκευές που χρησιμοποιούνται. Α.ε. είναι ο ελληνικός όρος που αντιστοιχεί στον ξενικό Radio, ο οποίος χρησιμοποιείται στη σύντομη αυτή μορφή για να… …   Dictionary of Greek

  • σήματα — Σημάνσεις ή επικοινωνίες που πραγματοποιούνται μέσω συστημάτων διάφορων τύπων. Υποτυπώδη οπτικά ή ακουστικά σ. χρησιμοποιήθηκαν από τον άνθρωπο, σχεδόν αποκλειστικά στην ξηρά ήδη από την αρχαιότητα (είναι γνωστές οι φρυκτωρίες των αρχαίων Ελλήνων …   Dictionary of Greek

  • ραδιογωνιομετρικός — ή, ό αυτός που έχει να κάνει με τη ραδιογωνιομετρία ή το ραδιογωνιόμετρο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ραδιοπυξίδα — η ραδιογωνιόμετρο τοποθετημένο σε αεροπλάνο που το βοηθά να κρατήσει ορισμένη κατεύθυνση …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”